ΛΙΠΟΜΕΤΡΗΣΗ
Τι μετράμε στην Ανάλυση Σύστασης Σώματος;
Πρόκειται για μία ανώδυνη εξέταση, η οποία περιλαμβάνει τις παρακάτω μετρήσεις:
- Βάρος Σώματος
- Ποσοστό Λίπους
- Συνολικά Υγρά %
- Μυϊκή Μάζα
- Φυσική Κατάσταση
- Οστική Μάζα
- Βασικός Μεταβολικός Ρυθμός
- Μεταβολική Ηλικία
- Εκτίμηση του Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI)
- Επίπεδα Σπλαχνικού Λίπος
Μέτρηση με βιοηλεκτρική αντίσταση. Απαιτεί ειδικά όργανα μέτρησης που φέρουν μεταλλικά ελάσματα(ειδικά μηχανήματα ή ζυγαριές) και είναι γρήγορη και αρκετά αξιόπιστη. Στηρίζεται στην παραδοχή ότι οι ιστοί του σώματος συμπεριφέρονται σαν αγωγοί ηλεκτρικού ρεύματος και ότι η ροή του ρεύματος αυτού θα ακολουθήσει την οδό που θα παρουσιάσει την μικρότερη αντίσταση. Η μέθοδος μετρά την άλιπη μάζα του σώματος μας και κατόπιν υπολογίζει το λίπος μας αφαιρώντας την από το συνολικό μας βάρος. Έχει ποσοστό λάθους 3,5% με 5,0% και το μεγαλύτερο μειονέκτημα της είναι ότι επηρεάζεται από το επίπεδο ενυδάτωσης του εξεταζομένου. Η διατροφή, η πόση, ή άσκηση, η αφυδάτωση και η κατακράτηση υγρών πριν από την μέτρηση, υπονομεύουν το αποτέλεσμα της λιπομέτρησης.
Η λιπομέτρηση είναι πολύ σημαντική όχι τόσο για την πορεία της δίαιτας μας (αυτό είναι κάτι που εξαρτάται από εμάς) , όσο για τον σωστό και ακριβή υπολογισμό του «είδους» των κιλών που χάνουμε.
Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε ποιό ποσοστό από τα συνολικά κιλά που χάνουμε κατά την διάρκεια της δίαιτας μας αντιστοιχεί σε υγρά και μυϊκό ιστό και αν τελικά χάνουμε «ουσιαστικό» βάρος.
Η βιοηλεκτρική αντίσταση (ΒΙΑ) βασίζεται στην εφαρμογή μικρής έντασης εναλλασσόμενου ρεύματος στο ανθρώπινο σώμα και μέτρηση της αγωγιμότητάς του. Για την πραγματοποίηση της μέτρησης ΒΙΑ, το περιβάλλον δεν πρέπει να είναι πολύ κρύο ή ζεστό και η θερμοκρασία σώματος να είναι ικανοποιητική. Ο εξεταζόμενος πρέπει να απομακρύνει τα μεταλλικά αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με το σώμα του και είτε ξαπλώνει σε μια μη αγώγιμη επιφάνεια σε τέτοια θέση ώστε τα χέρια να μην έρχονται σε επαφή με τον κορμό και οι μηροί να μην ακουμπούν μεταξύ τους, είτε πατάει σε ένα λιπομετρητή δαπέδου. Ο ειδικός θα τοποθετήσει ηλεκτρόδια με ρεύμα πολύ χαμηλής τάσης στο ένα χέρι και το ένα πόδι, μπορεί όμως αυτά να βρίσκονται και ενσωματωμένα επάνω στον λιπομετρητή και απλώς εμείς να πατάμε ή να τα κρατάμε.
Tο ανθρώπινο σώμα λειτουργεί ως αγωγός, κλείνοντας το κύκλωμα και υπολογίζοντας την εμπέδηση, την οποία και μετατρέπει μέσω ενός μαθηματικού υπολογισμού σε ποσοστό σωματικού λίπους. Τα υγρά του σώματος είναι καλοί αγωγοί του ηλεκτρισμού, ενώ το λίπος κακός αγωγός του ηλεκτρισμού και με αυτή την παραδοχή γίνεται η μέτρηση.
Ο εξεταζόμενος πρέπει να έχει προετοιμαστεί κατάλληλα, δηλαδή:
- Να βρίσκεται σε στάδιο νηστείαςτουλάχιστον για 2-3 ώρες πριν την εξέταση
- Να μην έχει καταναλώσει υγρά για τουλάχιστον 2-3 ώρες πριν τη μέτρηση
- Να μην έχει κάνει εξαντλητική άσκηση τουλάχιστον 12 ώρες πριν τη μέτρηση
- Να μην έχει καταναλώσει αλκοόλ για τουλάχιστον 24 ώρες πριν τη μέτρηση
- Να μην έχει καταναλώσει καφέ, τσάι, αναψυκτικά για τουλάχιστον 12 ώρες πριν τη μέτρηση
- Για τις γυναίκες να μην έχουν έμμηνο ρύση και είναι προτιμότερο η μέτρηση να γίνεται στο μέσο του κύκλου τους
- Να μην έχει ληφθεί το χάπι της πίεσης αν πρόκειται για πρωινή μέτρηση
Η μέθοδος ΒΙΑ χρησιμοποιείται ευρύτατα για την εκτίμηση της σύστασης του σώματος. Υπολογίζει το σωματικό λίπος και την άλιπη μάζα σώματος (νερό και μυϊκό ιστό). Επίσης, υπολογίζει το δείκτη μάζας σώματος (Δ.Μ.Σ.) και κάνει έναν υπολογισμό μέσω μαθηματικών πράξεων του βασικού μεταβολικού ρυθμού.
Είναι μια μέθοδος γρήγορη, ασφαλής, ανώδυνη και εύκολα αποδεκτή από τον εξεταζόμενο. Σχετικά με την αξιοπιστία της μεθόδου, το σχετικό σφάλμα έχει υπολογιστεί περίπου στο 2%. Αντενδείκνυται σε εγκυμονούσες, θηλάζουσες και άτομα που φέρουν βηματοδότη.
Όσον αφορά τη ΒΙΑ, πρόκειται για μια πολύ διαδεδομένη μέθοδο εκτίμησης της σύστασης σώματος. Η μέθοδος αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι η άλιπη μάζα σώματος, η οποία περιέχει μεγάλη ποσότητα υγρών και ηλεκτρολυτών, είναι καλός αγωγός του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ ο λιπώδης ιστός είναι κακός αγωγός. Κατά τη μέτρηση, εναλλασσόμενο ηλεκτρικό ρεύμα μικρής έντασης (συχνότητας συνήθως 50 kHz) εφαρμόζεται στο ανθρώπινο σώμα και μετράται η αντίσταση και η χωρητική αντίσταση. Η δίοδος αυτή γίνεται μέσω ειδικών ηλεκτροδίων, τα οποία τοποθετούνται είτε στα δύο άνω άκρα, είτε στο άνω και στο κάτω άκρο, είτε και στα δύο κάτω άκρα, με τον ασθενή να βρίσκεται όρθιος, καθιστός ή ξαπλωμένος. Ουσιαστικά, η μέτρηση εκτιμά τη συνολική αντίσταση που προκαλούν οι ιστοί στη διέλευση του ηλεκτρικού ρεύματος μέσα από το σώμα. Με τον τρόπο αυτόν, εκτιμάται άμεσα η συνολική σύσταση του σώματος σε νερό και, δεδομένου ότι το νερό του σώματος αποτελεί το 73% της άλιπης μάζας, υπολογίζεται έμμεσα και η άλιπη μάζα σώματος. Επιπλέον, αφαιρώντας από το συνολικό βάρος την άλιπη μάζα σώματος, υπολογίζεται το συνολικό λίπος του σώματος (Kushner, 1992). Η ΒΙΑ αποτελεί, επίσης, χρήσιμη μέθοδο παρακολούθησης των αλλαγών στη σύσταση σώματος, κατά τη διάρκεια μιας διατροφικής παρέμβασης.
Η μέθοδος της βιοηλεκτρικής εμπέδησης είναι εύκολη στη χρήση της. H επαναληψιμότητα των μετρήσεών της εξαρτάται από την ακρίβεια της συσκευής μέτρησης, αλλά και από διάφορους βιολογικούς παράγοντες (π.χ. ενυδάτωση σώματος, διαιτητική πρόσληψη, επίπεδο σωματικής δραστηριότητας, χρονικό διάστημα που το άτομο είναι ξαπλωμένο). H ακρίβεια των αποτελεσμάτων της ΒΙΑ εξαρτάται και από την εξίσωση εκτίμησης της σύστασης σώματος που χρησιμοποιείται. Ιδανικά, για την εκτίμηση της σύστασης σώματος μιας ομάδας ατόμων είναι απαραίτητο να επιλεχθεί μια εξίσωση από τη βιβλιογραφία, η οποία θα πρέπει να έχει προκύψει από πληθυσμό με τα ίδια ή έστω παρόμοια χαρακτηριστικά, όσον αφορά το φύλο, την ηλικία, τη φυλή, την ενυδάτωση του μυϊκού ιστού, τα επίπεδα παχυσαρκίας και άλλους παράγοντες (Kushner, 1992).